Η Αριάδνη κόβει τους ομφάλιους λώρους της ζωής της, και από την πόλη μετακομίζει σε ένα νησί του Αιγαίου, ψάχνοντας να κρατηθεί από ό,τι θυμίζει τον άντρα που ερωτεύτηκε. Μπροστά της ανοίγεται ένας άγνωστος κόσμος, γεμάτος ναυτικές παραδόσεις του περασμένου αιώνα και πρόσωπα που δεν υπάρχουν πια, ενώ θα έρθει αντιμέτωπη με ένα βαρύ μυστικό.
Κοίταζε ο μικρός Θεοδόσης τα πανιά να παίρνουνε σχήμα σιγά σιγά κι έβλεπε ένα άλλο πανί, χρώματος γαλανού, μεγάλο, τόσο που να μη χωρεί στη μικρή πλατεία, έβλεπε τους βιλιέρηδες να συνεννοούνται, να το μαζεύουν και να το μετακινούν στη μεγάλη πλατεία του Αγίου Δημητρίου, να το απλώνουν στο πλακόστρωτο και να γονατίζουν γύρω του όπως οι μαθητές στο σώμα του δασκάλου τους, κι όσοι περνούν να κοντοστέκονται και να λεν, τίνος είναι τούτα τα πανιά, είναι για το μπρίκι του καπετάν-Θεοδόση και τι χρώμα είναι τούτο, πού ξανακούστηκε πλεούμενο με γαλανά πανιά.
Μια ερωτική ιστορία τού σήμερα που σκοντάφτει σε μια ερωτική ιστορία του παρελθόντος. Μια ιστορία με το ένα πόδι στο παρόν και το άλλο στο παρελθόν, μια Αριάδνη είναι που κρατεί τον μίτο και μας οδηγεί προς τη λύτρωση, ώστε να πάψει το ύψιλον της λύπης να γεμίζει με δάκρυ, αφού ένα είναι το χρέος που μας δόθηκε: το φως.